"H ομορφιά του παρελθόντος είναι το αποτέλεσμα, όχι ο λόγος της νοσταλγίας"
Μ. Foucault

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008

.. Χριστούγεννα...

Και ξαφνικά μου 'ρθε μια φλασιά (που λεει και το καμάρι μου)! Μήπως έφτασαν τα Μεταχριστούγεννα?

Μήπως έφτασαν εκείνο το βράδυ, που φλεγόμενο το δέντρο του Κακλαμάνη ενέταξε τη γιορτή σε νέα συμφραζόμενα, και επαναπλαισίωσε την εμπειρία του γιορτινού βίου? Μήπως εκείνο το απόγευμα, που γύρω από το (περιφρουρούμενο από αμήχανους ματατζήδες) δέντρο νούμερο δύο, ξέφρενοι διαδηλωτές σ’ έναν παιδιάστικο γύρω-γύρω όλοι πετούσαν σκουπίδια, η πραγματικότητα άλλαζε από τον σπινθήρα της επαφής δυο αντίθετων πόλων και τα Μεταχριστούγεννα εγκαθιδρύονταν ως η οριστική εκδοχή της γιορτής? Μήπως εκείνο το απόγευμα κρεμώντας τα στολίδια που του έπρεπαν στο παρακμιακό δέντρο ενός δημοτικού ταγού, που (όπως είπε πάνω κάτω και ο Ε. Αρανίτσης και πολύ μου άρεσε) το μόνο του ενδιαφέρον ήταν να σβήσει από τη μνήμη των πολιτών αυτό που μόλις τους είχε σημαδέψει, οι νεαροί διαμαρτυρόμενοι ενταφίασαν για πάντα τα Νεωτερικούγεννα που βίωνε η πόλη εδώ και πολλά χρόνια?

Μήπως η στιγμή που ο Κακλαμανοδήμαρχος παρήλαυνε με την μπάντα του, επιχειρώντας να εντάξει στανικώς την πενθούσα και ανάστατη πόλη στον γνωστό προεόρτιο καταναλωτικό παροξυσμό της, γίνεται το κομβικό σημείο αποδόμησης των Νεωτερικούγεννων νοηματοδοτημένων από φωτισμένες και έμφορτες βιτρίνες? Μπορεί η παράτα και η πεισματική δήλωση «εγώ θα κάνω τα Χριστούγεννα ότι και να γίνει» γίνεται ο μηχανισμός εξάρθρωσης των Νεωτερικουγέννων της συμβολικής επαιτείας μεροκαματιάρηδων μεταναστοΑηΒασίληδων με λυμφατικά πόνυ και φτηνές ψηφιακές μηχανές?

Η εικόνα των βιαστικά επιδιορθωμένων καταστημάτων και των ωρυόμενων νοικοκυραίων καταστηματαρχών να παραινούν τους πολίτες να κατέβουν στο κέντρο της πόλης όχι για να πενθήσουν ή να διαμαρτυρηθούν, αλλά να καταναλώσουν, επιχειρεί να στείλει τις εικόνες της εξέγερσης στο χθες. Μια κοινωνία video-clip προσπαθεί να εναλλάξει με εικόνες προκάτ χαράς, τις εικόνες του ζόφου, ώστε ν’ ακυρωθεί το νόημα αυτού του ζόφου πριν αποκρυπτογραφηθεί από τους πολίτες και καταστραφεί η εμπεδωμένη ιδέα που υπάρχει για τα γεγονότα και τη μεταξύ τους σχέση. Μήπως, όμως, οι αντικατεστημένες, κούκλες έχουν ήδη εκκινήσει τη διαδικασία μετάβασης σ’ έναν μεταονειρικό κόσμο μεταμορφωμένων αντικειμένων, όπου η νοηματική λειτουργία διεκδικεί ξανά το πρωτείο της έναντι του φαίνεσθαι?

Μπορεί τα εξεγερμένα αγόρια και κορίτσια σκαρφαλωμένα στα αλογάκια του καρουζέλ να γελοιοποιούν τον καπιταλισμό, ενεργοποιώντας την ανατολή μιας υπερρεαλιστικής μεταχριστουγεννιάτικης ουτοπίας, όπου συγκροτούνται νέες μορφές κουλτούρας και ζωής? Μήπως το καρουζέλ γίνεται χώρος πληρούμενος από μια καθολική αίσθηση ελευθερίας και αυτοπραγμάτωσης, που επαναπροσδιορίζει το νόημα των Χριστουγέννων, επιστρέφοντάς το στους αρχέγονους συμβολισμούς του?

Μήπως ο κυκλωτικός χορός των διαδηλωτών ενταφιάζει (έστω και προσωρινά –δεν πειράζει– εμένα μου δημιούργησε μια αισιοδοξία) αυτή τη νεωτερική χυδαιότητα που λάθρα και ανευλαβώς αλλοίωσε και σταδιακά εξαφάνισε το (μπολιασμένο με λαϊκές δοξασίες, μυθικά φορτία και προχριστιανικά συμβολικά συστήματα) μήνυμα των προνεωτερικοΧριστουγέννων? Μπορεί η φάτνη της Βηθλεέμ, βαμμένη κόκκινη από τον θάνατο ενός άλλου θλιβερού αγοριού, φωτισμένη από τις φωτιές κάποιων άλλων φευγάτων παιδιών, αποστερημένη από τα πλαστικά δώρα ύποπτων μάγων και δυσοίωνων γκουρού, να ξανασυμβολίζει την αλλαγή του τρόπου ερμηνείας του πραγματικού? Μήπως, έτσι, επανερχόμαστε στο ζητούμενο των Πρωτουγέννων, ως γέννηση του θανάτου που δεν είναι άλλο από μια διαφορετική σχέση του ατόμου με τον εαυτό του, με τη φύση, την κοινωνία και την κουλτούρα, με τον έτερο?

Μήπως οι λεηλασίες ακριβά κοστολογημένων σάκων κοκακολΑηΒασίληδων, μπροστά σε κάμερες ασφαλείας, αντικατέστησαν τα συνήθη ζαχαρωμένα θεάματα ενός μικροαστικού τηλεοπτικού κοινού, καταγγέλλοντας τη χολυγουντιανοδυτική εκδοχή των Χριστουγέννων? Μήπως η κατάλυση των ορίων του συστήματος ανέτρεψε τη για χρόνια επιβαλλόμενη τάξη των στοιχείων του, που μέσα από μια γελοία πολιτική ορθότητα και την αντίστοιχη σχετικοκρατία αυτού που οι υπερρεαλιστές ονομάζουν «μη αναγκαστική σήμανση, μη δεσμευτική ερμηνεία» μας έτρεφε με γκροτέσκους ΆηΒασίληδες (ακόμη και με τη μορφή της Γούπι Γκολντμπεργκ), α-νόητα ξωτικά (άλα Ντάντλεϊ Μουρ) και φωτεινομύτηδες καταταναλωμεταφέροντες ταράνδους? Μήπως οι βιβλικές (κατά τους τηλεοπτικοαστεροπαρουσιαστές) καταστροφές σηματοδότησαν (όπως και κάθε βιβλική ανατροπή) το πέρασμα σε μία νέα γη (ή έναν νέο ουρανό –ανάλογα με τη θεωρία) την έναρξη της αναζήτησης της δύναμης ανανέωσης των πραγμάτων, της πάλης με τα όρια που πρέπει να ξεπεραστούν?

Μήπως το αναρχικό, ελευθέριο, ανατρεπτικό πνεύμα των Χριστουγέννων που σε λανθάνουσες μορφές επεβίωνε τόσες εκατοντάδες χρόνια ξεπρόβαλε καθώς η οικονομική (και η συνεπακόλουθη κοινωνική κρίση) έσπαζε τη βιτρίνα της κατανάλωσης? Μήπως τα τούβλα των εξεγερμένων οδήγησαν τα Νεωτερικούγεννα στο χθες και να ξανάβγαλαν στον δρόμο το πνεύμα των Χριστουγέννων που αφορά στην καθολική απελευθέρωση του ατόμου από τους κάθε λογής πειθαναγκασμούς, στη συλλογική χειραφέτηση της κοινωνίας από ιδεολογήματα και αμαρτίες και στην επαναμάγευση του Κόσμου.

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

τι θελκτικές στ αλήθεια...

Φίλη που αγαπώ πολύ, πολύ, πολύ μου έστειλε το εξής e-mail, με νομίζω ανάρτηση από κάποιο blog:

Πάντα το πίστευα και εξακολουθώ ακράδαντα να το πιστεύω πως εμείς, οι δάσκαλοι, μπορούμε να σώσουμε τον κόσμο. Ακόμη και μόνοι μας. Αν είμαστε δυο σε κάθε σχολείο, τότε το θαύμα φαντάζει τελειωμένο. Μην πω για τρεις ή περισσότερους, γιατί δεν είμαι ρομαντικός.
Ακούστε λοιπόν την ιστορία του κούκου.
Διδάσκει ένα μάθημα δευτερεύον ή τριτεύον. Είναι πατέρας τεσσάρων παιδιών, άρα με πολλές υποχρεώσεις στο σπίτι.
Κι όμως...
Στο γυμνάσιό του κάνει θαύματα. Στα διαλείμματα είναι στη βιβλιοθήκη και διαβάζει σε συνέχειες για όσα παιδιά θέλουν λογοτεχνία. Κι όταν η ιστορία θυμίζει τον πατέρα του, δε διστάζει να δακρύζει μπροστά στα παιδιά.
Άλλοτε πάλι στο διάλειμμα είναι στο προαύλιο και παίζει με τα παιδιά του σχολείου του.
Τις Κυριακές και τις αργίες και τις συνδικαλιστικές αργίες πάλι στο σχολείο για το θεατρικό παιχνίδι ή για να στολίσει με τα παιδιά το σχολείο.
Τα απογέματα της Κυριακής 3 ώρες θεατρικό παιχνίδι, για να αποβάλουν τα παιδιά τυχόν αναστολές, φοβίες κτλ.
Κι αμέσως έπειτα προβολές ταινιών, όπως "Σινεμά ο Παράδεισος", Ἡ ζωή είναι ωραία", "Δάσκαλος χορωδίας" και άλλες παρόμοιου επιπέδου.
Τα παιδιά τρέχουν με λαχτάρα στο σχολείο τις αργίες, τα απογέματα. Όταν τα ειδοποιήσει. Τρέχουν στο σχολείο, όπως ο καθένας μας πηγαίνει εκεί που θα ήθελε να είναι περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Δεν τρέχουν, για να καταστρέψουν το μισητό χώρο του σχολείου.
Αυτός είναι ένας δάσκαλος που θα βοηθήσει δεκάδες, εκατοντάδες παιδιά να αγαπήσουν τη ζωή και να αγωνιστούν με θάρρος γι' αυτήν. Και θα τα καταφέρουν. Και θα θυμούνται σε όλη τους τη ζωή το δάσκαλό τους, τον κ. Γανωτή, και θα του λένε στα όνειρά τους:
Mille merci, monsieur professeur. Mille merci.


Ξεκίνησα, λοιπόν, να της απαντώ... Μετά θυμήθηκα το από ανάλογο chain mail ποστ στης Abttha πριν από μερικές μέρες και πόσο τα είχα πάρει... Μετά μου ήρθε στο μυαλό και οοοοοοόλη αυτή η περιρρέουσα χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα περί προσφοράς, χαράς, αλληλεγγύης και καλής προαίρεσης και φυσικά εξερράγη..... Και αναρωτήθηκα (που καιρό είχα να αναρωτηθώ):

Γιατί να τα ακούει μόνο η Ν.????

Δεν είναι ευκαιρία ΚΑΙ να διώξω και από μπροστά το γλυκανάλατο, που μου χαλά τη διάθεση μόλις μπω στο βλόγον ΚΑΙ να ξαναβρώ τον παλιό κακό και είρωνα εαυτό μου????

Και έκανα την απάντηση ποστάκι (της ξεπέτας, που λέει και η just me, αλλά ΟΚ, τον τελευταίο καιρό, δεν είμαι και στις εμπνεύσεις μου και τρώγεστε κι εσείς και κυκλοφορείτε τέτοια κείμενα, ενώ θα έπρεπε να γνωρίζετε, ότι λειτουργούν ως θρυαλλίδα στον κυνισμό μου....) για τον κούκο και την ιστορία του. Και δεν αναρωτιέμαι πλέον αλλά βρίσκομαι σε φάση πλήρη; άρνησης, καθώς για μένα ο κούκος (που καλά θα ήταν να θυμόμαστε ότι ΔΕΝ φέρνει την άνοιξη), όπως και κάθε ήρωας τέτοιων γλυκανάλατων κείμενων, δε λειτουργεί παρά ως άλλοθι ώστε η συντεταγμένη πολιτεία να αποποιηθεί τις ευθύνες τις, ώστε να μπορέσει ανενόχλητη να κάνει το ΤΙΠΟΤΑ που λέει και η γελοιογραφία στο ποστάκι της mamma...

Η αδιαφορία, η απροθυμία και η ανικανότητά της να δημιουργήσει θεσμούς πρόνοιας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, καλύπτονται πίσω από τις ιστορίες των καλών γονιών και συμμαθητών που χειροκροτούσαν τον αυτιστικό (όχι ότι τα παιδιά με αυτισμό είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, χρησιμοποιώ την προσέγγιση της ανάρτησης) Σέι...

Η αδιαφορία, η απροθυμία και η ανικανότητά της να δημιουργήσει σχολεία και εκπαιδευτικό σύστημα της προκοπής καλύπτονται πίσω από τις ιστορίες του δασκάλου κούκου, της καθηγήτριας κουκουβάγιας και των εκπαιδευτικών φραγκόκοτων μη ΣΕ πω, που δουλεύουν εθελοντικά και παραβλέποντας όλες τους τις προσωπικές ανάγκες....

Η αδιαφορία, η απροθυμία και η ανικανότητά της να δημιουργήσει σωστό σύστημα υγείας (με αποτέλεσμα θανάτους σαν της Αμαλίας), καλύπτονται πίσω από τις (συνήθως ψευδείς) ιστορίες πολυπληθών κινητοποιήσεων για να θεραπευτεί το άρρωστο παιδάκι από το Κάτω Λουμπουτιστάν...

Η αδιαφορία, η απροθυμία και η ανικανότητά της να δημιουργήσει κράτος πρόνοιας καλύπτονται πίσω από εκτενείς περιγραφές για φιλανθρωπικά γκαλά και εβδομάδες μόδας για αργόσχολες κοσμικές με ευαίσθητα τσιντσιλά κρεμασμένα στις πλάτες τους....

ΑΡΚΕΤΑ, λοιπόν, με όοοοολες αυτές τις προβοκατόρικες διηγήσεις, με όλα αυτά τα mail-αλυσίδες, με όλες αυτές τις αναρτήσεις ανθρωπιάς, καλοσύνης και (ειδικά τώρα τα Χριστούγεννα) προσφοράς στον συνάνθρωπο, που το μόνο που προσπαθούν να κάνουν είναι να μας πείσουν ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά γιατί ΕΜΕΙΣ οι πολίτες είμαστε ελλειμματικοί....

ΑΡΚΕΤΑ με όλα αυτά τα γλυκανάλατα κείμενα που μας βομβαρδίζουν προσπαθώντας να μας πεισουν ότι ΔΕΝ φταίει η συντεταγμένη πολιτεία, με τους (στρεβλούς) θεσμούς και τα (συμφεροντολογικά) πλέγματα μηχανισμών της που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών της, αλλά οι ίδιοι οι πολίτες που δεν παρουσιάζουν περίσσευμα ψυχής..

ΑΡΚΕΤΑ, με αυτή τη διασπορά ενοχών, γιατί μέλημα μου είναι να τραφώ, να αντεπεξέλθω στις ανάγκες μου, γιατί θεωρώ τη συμμετοχή μου στον συνδικαλισμό δικαίωμα και υποχρέωση, γιατί θέλω να ζήσω το παιδί μου, αντί να προσπαθώ να συμπληρώσω τις ελλείψεις του κράτους, μέσα από μια ατομικότητα χωρίς συνέχεια και συνέπειες....

ΑΡΚΕΤΑ με αυτή την ιστορία της συλλογικής και ατομικής ευθύνης του καθενός όπου εν τέλει εγώ, ο εδικός φρουρός, ο Εφραίμ, ο Στυλιανίδης, ο Αλαβάνος, οι πακιστάνοι, ο Βουλγαράκης, ο κουκουλοφόρος, ο στρατηγός άνεμος, οι κουμπάροι, ο Προκόπης, ο Καραμανλής jr και ο Θέμος (ο γάτος μου) επιμεριζόμαστε ίσο ποσοστό ευθυνών για ένα σύστημα που απαιτεί από τον πολίτη αυτό που ΔΕΝ του παρέχει.....

ΑΡΚΕΤΑ, με αυτή την υπόρρητη προσπάθεια να φορτωθούν οι ευθύνες του κράτους στις δικές μου (πολύ μικρές, όπως έλεγε και ο Σαββόπουλος) πλάτες....



Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

... θα ξαναμιλήσεις?

Πάνε χρόνια που είναι γυμνή και μόνη της....

Πάνε χρόνια που δεν ξεκινούν απ’ το Λευκώριον φέρουσες πέπλα, με ιστορημένες τiς μάχες της, οι παρθένες της πόλης...

Πάνε χρόνια που οι πολίτες της δεν έρχονται σε λιτανεία σεβαστική με παιάνες και λαμπάδες να αποθέσουν άνθη, καρπούς και αίμα στα πόδια της....

Πάνε χρόνια που δεν χαϊδεύει το πρόσωπό της καπνός θυμιάματος από σιωπηλούς ιερείς και σεμνές αυλητρίδες....

Πάνε χρόνια που δεν καταθέτουν στο βωμό της το στεφάνι της νίκης κάθιδροι εύανδροι ιππείς...

Πάνε χρόνια που δεν χορεύουν στον περίβολο για την ευλογία της έφηβοι με λάδι στον θώρακα, στα μπράτσα, στις λαγόνες...

Πάνε χρόνια που τη θλίβει ο θρήνος των θυγατέρων του Ερεχθέα για την αρπαγή των δυο αδερφών τους...

Πάνε χρόνια που μέσα από τη σκεπή, τιναγμένη στον αέρα, τα βράδια το θάμβος της πόλης την αφήνει με έναν μουντό ανάστερο ουρανό...

Πάνε χρόνια που σε πέτρες αριθμημένες αντανακλάται ένας ήλιος θαμπός και σκληρός που της καίει τα μάτια...

Πάνε χρόνια που η συλημένη περικεφαλαία δεν προστατεύει τ’ αυτιά της από ήχους, κλαγγές, βοές μιας υδροκέφαλης πόλης...

Πάνε χρόνια που βλέπει σιδηρόφρακτους στρατούς να παρελαύνουν στις θύρες του ναού της, καλύπτοντας με σκόνη και θάνατο το στήθος της...

Πάνε χρόνια που τη φυλακίζουν γελαστές και γελασμένες ορδές σε ασπρόμαυρες και έγχρωμες αναμνήσεις...

Πάνε χρόνια που ο ποιητής ακούμπησε το μάγουλο στην κολώνα της, προσπαθώντας ν’ ακούσει την ανάσα της και να της δώσει τη δική του...

Πάνε χρόνια που κάτω απ’ το χιτώνα της έκρυψε τους εφήβους που λύτρωσαν τη σάρκα της από γαμψά νύχια...

Πάνε λίγες μόνο ώρες που οι γιοί και οι κόρες αυτού του αιώνα κρέμασαν μπρος στα σανδάλια της νέο πέπλο και στείλανε το μήνυμά τους στα πέρατα της γης...

Πάνε ώρες που οι νομοταγείς και σώφρονες, θεωρώντας διασυρμό το άσεμνο πέπλο, αποκαθήλωσαν την αντίσταση...

Και την αφήσαν ακόμα πιο γυμνή... ακόμα πιο μόνη...

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2008

... δίχως εσένα...

Από την Κυριακή είμαι στους δρόμους φορτωμένη δικούς μου και αλλότριους στεναγμούς[i]. Τα μάτια μου είναι πρησμένα από τα δακρυγόνα, ο λαιμός μου καίει απ’ τις φωτιές και τα πόδια μου από τα γόνατα και κάτω δεν τα νοιώθω απ’ το περπάτημα.

Τόσο περπάτημα μ’ ένα κείμενο θλίψης μέσα στο βλέμμα μας[ii] κι όμως δεν έχω προχωρήσει βήμα. Κάθε φορά που γυρνώ το κεφάλι μου προς τα πίσω είμαι στην Τζαβέλα κι ο 15/χρονος (που ντρέπομαι πια ν’ αποκαλέσω με το μικρό του, έτσι όπως το έπιασαν στα στόματα τους –σε μια επίδειξη οικειότητας, σε μια προσπάθεια οικειοποίησης– και το βεβήλωσαν πολιτικοί, δημοσιογράφοι και ταγοί) πέφτει νεκρός.

Μου είναι κόπος να παρακολουθώ τηλεοράσεις, blog, ραδιόφωνα γεμάτα αποδείξεις βίας της πάνοπλης εξουσίας απέναντι στα εύθραυστα σώματα των εξεγερμένων παιδιών, μου είναι δύσκολο να κυκλοφορώ στην ενημέρωση αναζητώντας τις στάχτες της φωτιάς όπου κάηκα[iii].

Ανοίγω το TraceIP και με τρομάζει η έξαρση των επισκεπτών που αναζητούν μια πληροφόρηση, μια εικόνα και το μόνο που βρίσκουν είναι η ψυχή μου κομμένη με οδυνηρό ψαλίδι σε μικρά φύλλα, μικρά χαρτιά, αστραπές μικρές[iv].

Θέλω ν’ αλλάξω την ανάρτησή μου, θέλω να γίνω άλλου είδους νερό, άλλου είδους γλώσσα[v], θέλω να σπρώξω λίγο πιο κάτω αυτό το ποστ με τα ονόματα τόσων νεκρών, που η σιωπηλή παρουσία τους έμαθε την Ελλάδα πώς σιωπή δεν υπάρχει[vi]. Θέλω να γυρίσω στην εποχή της αθωότητας, τότε που οι λέξεις μου ανάβρυζαν σιωπή και χαμόγελο[vii], τότε που μπορούσα να γκρινιάζω για τα Χριστούγεννα και να καμαρώνω τα λογάκια του παιδιού μου, το οποίο περπατά με τα μάτια της δυο χιονοθύελλες[viii] στις πορείες της Αθήνας, αλλά χώρια από μένα, μακριά από μένα και με την ευλογία των δακρύων, των λουλουδιών και των μπαλονιών στα ΜΑΤ ν’ απαλύνουν τη θλίψη και την οργή της. Θέλω να φτιάξω μια ανάρτηση γελαστή αλλά η καρδιά μου είναι τρυπημένη απ’ τα βλέμματα χιλιάδων παιδιών, είναι γιομάτη καρφωμένα μαχαίρια[ix] και δεν τολμώ.

Δεν βρίσκω τι να γράψω για να πάω παρακάτω, με την ψυχή μου ένα σπήλαιο σιωπής[x]. Δεν καταλαβαίνω πώς και με τι να ερευνήσω τον χρόνο, το χώρο, τη μάζα της ύλης[xi]. Δεν ξέρω πώς να διώξω από το πρώτο πλάνο την εικόνα του νεκρού αγοριού. Μια εικόνα που γελάει, αντίθετα από τις εικόνες της μακριάς σειράς των νεκρών που προηγήθηκε, εικόνες σωμάτων καθημαγμένων από την εξουσία. Ο μικρός Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος αντιπαραθέτει μια γελαστή όρθια εικόνα του στις εικόνες ξαπλωμένων, διασωληνωμένων, παγωμένων σωμάτων, συντριμμένων από τη σύγκρουσή τους με την εξουσία.

Απέναντι στις πληγές, τους μώλωπες, τους πόνους και τον επιθανάτιο τρόμο των Λαμπράκη, Πέτρουλα, Κουμή, Κανελοπούλου, Καλτεζά, Τεμπονέρα, ο νεαρός (εν δυνάμει όπως και κάθε 15-χρονος) μαθητής μου αντιπαραβάλλει μια τυφλή οπή, το δάγκωμα του σκορπιού.

Ο μικρός πρίγκηπας Gregory, φύσει και θέσει όχημα της εξουσίας και των μηχανισμών καταστολής της, χάνεται δαγκωμένος απ’ αυτήν στο κέντρο της λίμνης και στο χαμό του την παρασέρνει στον πάτο. Αυτή η βύθιση, ωστόσο, ξεκόλλησε μια ολόκληρη κοινωνία από τον πάτο, όπου ήταν χρόνια τώρα κολλημένη. Της έδωσε έναν παλμό και μια ζωντάνια που τα είχε ξεχάσει.

Βρήκε ξανά την οργή της, άρχισε να αρθρώνει τα διάχυτα και αόριστα ερωτήματα, και να βαδίζει ενάντια στην εξουσία που υποθηκεύει τη ζωή και το μέλλον των παιδιών με βήματα βαριά που ακούγονται υπόκωφα ως μέσα στη μήτρα της γης[xii].

Η κοινωνία, άνοιξε τα μάτια της και βάλθηκε ποτάμι ξεχειλισμένο που έχει κατακλύσει το φράγμα του ήλιου[xiii] να καταδιώκει κραυγάζοντας αυτούς που δεν έπραξαν τίποτα δεν αναγνώρισαν τίποτα, που βυθισμένοι σε μια εκκωφαντική σιωπή δεν ανέλαβαν καμιά ευθύνη.

Ήλπιζα πώς απόψε το βράδυ, γυρνώντας από τη σιωπηλή διαμαρτυρία στο Σύνταγμα, όπου κατόρθωσα να κλάψω πλάι στην κόρη μου, μαζί με την κόρη μου, πώς μετά από αυτό το βράδυ ίσως να έσπαγε ο μαγικός κύκλος της βίας και να κατόρθωνα να γράψω κάτι αισιόδοξο όμως, ακόμη και με τη βοήθεια του Βρεττάκου, δεν τα καταφέρνω... ακόμα νοιώθω το στήθος μου σα να πήρε ένα δάσος φωτιά και να κάηκαν τα 24 γράμματα[xiv]



[i] Αποχαιρετισμός στην οδό Καραΐσκου

[ii] Αδιέξοδο

[iii] Αποχαιρετισμός

[iv] Η διανομή

[v] Ανθρακωρύχος

[vi] Ο χορός του κορυδαλλού

[vii] Ανασύνθεση

[viii] Ένας αητός

[ix] χρέος

[x] Ώρα 12 τη νύχτα

[xi] Επική ποίηση

[xii] Το αφηνιασμένο άλογο

[xiii] Η βρύση του πουλιού

[xiv] Μαίναλο

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

... τους έχει λησμονήσει...

Κάθε γενιά έχει τους νεκρούς της στις συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής:

Η γενιά του 1-1-4 είχε τον Πέτρουλα...

Η γενιά του Πολυτεχνείου είχε τον Διομήδη Κομνηνό...

Η γενιά της μεταπολίτευσης είχε τον Κουμή και την Κανελλοπούλου...

Η γενιά Χ είχε τον Καλτεζά...

Κι αυτή η γενιά, η γενιά των 700 ευρώ έχει τον Αλέξανδρο, τον Gregory...

Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι
ενώ για τις προηγούμενες γενιές υπήρξε σύγκρουση εκφρασμένη κι ο νεκρός ήταν το θύμα της...
ενώ για τις προηγούμενες γενιές υπήρξε διακύβευμα εμφανές κι ο νεκρός ήταν το θύμα του...
ενώ για τις προηγούμενες γενιές ο μπάτσος στάθηκε στο ταξικό και επιχειρησιακό του μετερίζι κι ο νεκρός ήταν το θύμα του...
ενώ για τις προηγούμενες γενιές ο νεκρός ήταν το θύμα λόγω της συνεπούς ταξικής και πολιτικής του στάσης...

Ο νεκρός αυτής της γενιάς,
είναι το θύμα μιας αποσαρθρωμένης πολιτικά και πολιτισμικά κοινωνίας
είναι το θύμα ενός αόρατου μέλλοντος
είναι απλά, οριστικά και ανεπανόρθωτα το θύμα του ανεξέλεγκτου, νομιμοποιημένου αλλά χωρίς άλλοθι τσαμπουκά της εξουσίας...

Δυο μητέρες νομίζουν ότι είναι μόνες


Ο γιός της σκοτώθηκε πριν έξι μήνες.
Τώρα κάθε πρωϊ που ανοίγει την πόρτα της
είναι ένα πένθος. Νομίζεις πως βλέπεις,
έξω από χρόνο και χώρο το πένθος.
Το βράδυ το ίδιο
Σπρώχνει την πόρτα
σα να σωριάζεται. Μπαίνει τρεκλίζοντας,
ανάβει το φως. Η μαύρη της μπόλια
είναι λυμένη. Οι άκρες της κρέμονται
ως κάτου το πάτωμα. Στον τοίχο, αντίκρυ της,
η εικόνα ταράζεται. Η Παναγία τη βλέπει,
τρέμουν τα χέρια της, θα της φύγει θαρρείς, θα της πέσει το βρέφος της.

Τα χείλη της σφίγγονται, η κόκκινη
μαντήλα της παίζει. Θέλει να την
βοηθήσει, αλλά -το σπίτι είναι έρημο.
Δεν έχει σε ποιον ν' αφήσει
σ' αυτόν
τον κόσμο για μια στιγμή το παιδί της

Νικηφόρος Βρεττάκος

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008

... θάνατος...


Έγκλημα....
Ότι λόγια κι αν χρησιμοποιήσεις.... όπως κι αν το πεις....
Απλά έγκλημα....

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2008

μια φωνή...

14.10: Εκατοντάδες γονείς γύρω από μια πλατεΐτσα, σε αναμονή των μαθητών που σχολάνε κι εγώ περιμένω....
14.15: Το αυτοκίνητο παρκαρισμένο σε μια γωνία ως Κομανέντσι κατά την έξοδό της από τη δοκό κι εγώ περιμένω....
14.25: Τεράστια καγκελόπορτα που ανοίγει και αρχίζουν να ξεχύνονται πάνω από 1500 μαθητές όλων των ηλικιών κι εγώ περιμένω....
14.30: Δεκάδες πούλμαν βγαίνουν κορνάροντας, οδηγοί σχολικών που τσακώνονται με γονείς για να περάσουν κι εγώ περιμένω....
14.35: Τα αυτοκίνητα φεύγουν, οι αυλές αδειάζουν, γονείς παραλαμβάνουν τα καμάρια τους κι εγώ περιμένω....
14.40: Ο δρόμος αδειάζει, ο φύλακας ξανατραβά την καγκελόπορτα, τα τελευταία λυκειόπαιδα στην πλατεία καπνίζουν (κακώς), γελούν (καλώς) κι εγώ περιμένω....
14.45: Ξάφνου, εντοπίζω το καμάρι μου στο περίπτερο, κατεβαίνω απ’ το αυτοκίνητο και προχωρώ προς το μέρος της...

Φτάνω δίπλα της κι αυτή ακόμα στο περίπτερο προσηλωμένη σε κάτι παντελώς ασαφές....
-Ν.!!!!
Γυρνά, με κοιτά με απορημένα και χαμογελαστά μάτια....
- Μισό λεπτό έκανα... Πήρα σοκολάτες!!
Μου δείχνει δυο μικρές λάκτες στα χέρια της από τις οποίες ήδη έχει βγάλει τα αλουμινόχαρτα και μασουλάει....
Προχωρώ προς το αυτοκίνητο και την ψέλνω, για το στήσιμο που τρώω συστηματικά, για την ώρα που μου τρώει το κωλοσχολείο καθημερινά, για το φαγητό που δεν θα θέλει να φάει....
Ξαφνικά σταματώ....τόσην ώρα μιλώ στον αέρα... ΔΕΝ είναι δίπλα μου...
Γυρνώ... Προχωρά δυο βήματα πίσω μου μπουκωμένη τις σοκολάτες, έχει κάνει τα αλουμινόχαρτα συρματάκια και τα χώνει σκανταλιάρικα στα ρουθούνια της!!!!!!!!

- ΤΙ κάνεις παιδί μου?????
- .....
- ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ????
- ... Σεεεε.... ακούω...?

- Και ΤΙ λέω?????
- ....
- ΚΑΙ ΤΙ ΛΕΩ???????
- ... Νααα... μηβάζωχαρτάκιαστημύτημου....?

Ζω ημέρες Ιονέσκο, η μάνα ή μου φαίνεται??????


Υ.Γ. Καλό μήνα απανταχού γονείς....