Πάλι για το ίδιο θέμα θα γράψω μου φαίνεται...Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι δημοσιογράφοι που βγαίνουν στα κανάλια και κατηγορούν δίκαους και άδικους για την κατάσταση στον αθλητισμό, για τα φαινόμενα του χουλιγκανισμού? Δεν είναι οι ίδιοι που πριν τον αγώνα μυρίζουν το αίμα? Δεν είναι οι ίδιοι που δημιουργούν ένα πολεμικό κλίμα εμφανές στη ρητορική των έντυπων, αλλά και του ηλεκτρονικού τύπου, συμπεριλαμβανομένων των ραδιοφώνων, των τηλεοπτικών καναλιών, ακόμη και του internet? Δεν είναι αυτοί οι ίδιοι δημοσιογράφοι, που πριν τον αγώνα καλλιεργούν την εμπόλεμη κατάσταση ? Τώρα, μετά τη διεξαγωγή του αγώνα, ικανοποιούν την ηδονοβλεπτική τάση του «φιλάθλου του καναπέ», σύμφωνα με την ορολογία του Ecco, παρουσιάζοντας διογκωμένα και συχνά διαστρεβλωμένα τα επεισόδια. Ταυτόχρονα, επικαλούμενοι τη δήθεν νομιμοφροσύνη της, χειραγωγούν τη σιωπηλή πλειοψηφία των μη φιλάθλων ζητώντας την παρέμβαση του κράτους. Η υποκριτική αυτή στάση στην ουσία δεν ζητά την εξάλειψη της πρακτικής του ρατσισμού, του σεξισμού ή της επιθετικότητας αλλά την ποινικοποίηση της δημοσιοποίησής τους.
Ποιες είναι οι αιτίες και οι αφορμές για όλο αυτό το κλίμα που πηγάζει και διαμορφώνει το αθλητικό γίγνεσθαι? Νομίζω ότι, αναγκαστικά, θα καταφύγουμε στη μαρξιστική οπτική για το όπιο του λαού (δεδομένης, μάλιστα, της σχέσης του αθλητισμού με τη θρησκεία), εδώ άλλοι πολλοί σοβαρότεροι άνθρωποι από εμένα κατέφυγαν σε αυτή την οπτική, εγώ θα κωλώσω (πως στην οργή γράφεται αυτό?), να οικειοποιηθώ τον καλό γέροντα Μαρξ? Μέσω του τύπου, της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου, του διαδικτύου, ο αθλητισμός μετατρέπεται στην ουσία στη συζήτηση για τον αθλητισμό, στην απεικόνιση του αθλητικού γεγονότος αφού η παρακολούθηση στο μεγαλύτερό της ποσοστό γίνεται μέσω των ΜΜΕ. Σε αυτή τη συζήτηση "οι διανοητικές δυνάμεις ασκούνται και αλληλοεξουδετερώνονται" πάλι σύμφωνα με τον Ecco. Οι αξιολογήσεις, οι κριτικές, οι φραστικές επιθέσεις ακολουθούν μια ρητή δομή που προσιδιάζει στην πολιτική συζήτηση. Έχει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης. Τι έγινε, τι έπρεπε να γίνει, τι θα γίνει. Μόνο που το αντικείμενο είναι ο αθλητισμός. Πρόκειται για μια παρωδία πολιτικής συζήτησης όπου όμως πειθαρχούνται οι δυνάμεις που διαθέτει ο πολίτης για την πολιτική συζήτηση. Το υποκατάστατο αυτό της πολιτικής συζήτησης καταλήγει να γίνει η ίδια η πολιτική συζήτηση.
Η διαφορά ανάμεσα στις δυο συζητήσεις είναι ότι όταν μιλάς για πολιτική στην ουσία παράγεις πολιτική, ενώ όταν μιλάς για τον αθλητισμό δε συμμετέχεις στο παιχνίδι. Σ’ έναν αγώνα ο θεατής, αξιολογεί, κρίνει σύμφωνα με τους κανόνες αλλά δεν παίζει. Συχνά δεν βλέπει καν το παιχνίδι αλλά ακούει την περιγραφή ή μόνο τη συζήτηση για το παιχνίδι. Κάθε φορά η απόσταση από το σώμα του μεγαλώνει.
Στην πολιτική η συζήτηση, η συμμετοχή, η δράση, η σύγκρουση, ανεξάρτητα από ιδεολογική τοποθέτηση, παρεμβαίνει στο τελικό εξαγόμενο για να το καθορίσει ποιοτικά. Στον αθλητισμό η συζήτηση γίνεται με πρόφαση το άθλημα, η δράση του θεατή δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα, χρησιμοποιείται σαν εκτόνωση της προσωπικής του επιθετικότητας, διοχετεύεται σε μια δραστηριότητα που δεν επηρεάζει την πολιτική ζωή. Ο εξωαγωνιστικός αθλητικός χώρος, η κερκίδα λειτουργεί ως μια βαλβίδα εκτόνωσης της βίας μιας συνήθως περιθωριοποιημένης μάζας που πιθανόν διαφορετικά να εκδηλωνόταν, σε πολιτικές επαναστατικές πράξεις προσπαθώντας να καθορίσει τη ζωή της κοινότητας. Ο αθλητισμός χρησιμοποιείται ως “instrumentum regni” όπως εδώ και πολλούς αιώνες τώρα. Από την αρχαία Ρώμη που οι θηριομαχίες και οι ιπποδρομίες χαλιναγωγούσαν την ανεξέλεγκτη δύναμη του όχλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου